Είναι η δεύτερη φορά που το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ (μετά την ΠΟΕΣΥ) αποφάσισαν την κήρυξη 24ωρης απεργίας για τους δημοσιογράφους της Cosmote TV.
Την πρώτη φορά την πήραν πίσω την τελευταία στιγμή δείχνοντας πίστη στα λεγόμενα των υπευθύνων της συνδρομητικής πλατφόρμας.
Επανέρχεται λοιπόν η Ενωση, «μετά την αποτυχία των διαπραγματεύσεων για την βελτίωση των αποδοχών και των συνθηκών εργασίας τους, με ευθύνη της εργοδοσίας«, με νέα απεργία από τις 6 π.μ. της Τετάρτης 28 Φεβρουαρίου έως τις 6 π.μ. της Πέμπτης 29 Φεβρουαρίου. Υπενθυμίζουμε πως αύριο έχει εμβόλιμη αγωνιστική της Super League.
Λέει η ΕΣΗΕΑ, στην ανακοίνωσή της: Για περισσότερο από τρεις μήνες η εργοδοτική πλευρά προσέρχεται προσχηματικά σε συζητήσεις, χωρίς ουσιαστικές προτάσεις και χωρίς τη διάθεση να απαντήσει στα αιτήματα των δημοσιογράφων. Το αποτέλεσμα είναι να μην υπάρχει ούτε διαπραγμάτευση, ούτε πρόταση, αλλά εμπαιγμός. Οι εργαζόμενοι και η ΕΣΗΕΑ έδειξαν καλή πίστη και διάθεση για ειλικρινή και ουσιαστικό διάλογο. Δυστυχώς και παρά την αναστολή της 24ωρης απεργιακής κινητοποίησης, που είχε κηρύξει η ΠΟΕΣΥ για την Κυριακή 4 Φεβρουαρίου 2024, μετά από αίτημά μας προκειμένου να συνεχιστεί ο διάλογος, η εργοδοσία, με πρωτοφανή έλλειψη σεβασμού στην διαδικασία, προσήλθε με σαθρά επιχειρήματα ότι δήθεν οι οικονομικές απολαβές των δημοσιογράφων είναι επαρκείς. Χωρίς, μάλιστα, να έχει γίνει έως τώρα καμία συζήτηση για θέματα που αφορούν τις συνθήκες εργασίας, ειδικά εκτός έδρας και την ποιότητα του παραγόμενου δημοσιογραφικού έργου. Έχοντας πλέον εξαντλήσει κάθε προσπάθεια διαλόγου και αντιμετωπίζοντας την τεχνοκρατική προσέγγιση της εργοδοσίας, η οποία αγνοεί την αξία της δημοσιογραφικής εργασίας και την ποιότητα του παραγόμενου έργου, το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ, προκειμένου να διαφυλάξει την επαγγελματική αξιοπρέπεια των μελών της και τα εργασιακά δικαιώματά τους, προχωρεί σε 24ωρη απεργιακή κινητοποίηση διεκδικώντας: α) ουσιαστικές αυξήσεις για όλους τους δημοσιογράφους β) αμοιβή για τις αργίες, σαββατοκύριακα και τη νυχτερινή εργασία σύμφωνα με το νόμο και γ) τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας.